Γράφει ο Κώστας Κυδώνης:
Στην χώρα των θαυμάτων, όπως την αποκαλώ, ο κόσμος προσπαθεί να παραμείνει συγκροτημένος και να συνεχίσει να πραγματοποιεί τις «ιεροτελεστίες» της καθημερινότητάς του, είτε με τις απλές συνευρέσεις, τις εκδηλώσεις, να διατηρήσει τα ήθη και τα έθιμα ώστε να κρατηθεί εθνικά και πνευματικά από κάτι, ενώ διαρκώς και ανελλιπώς νιώθει η ίδια του η χώρα να τον εγκαταλείπει μέρα με τη μέρα. Οι ετήσιες εθνικές και θρησκευτικές εορτές, είναι αυτές που έχουν χαραχθεί ως το μεδούλι του Έλληνα, και δεν επιθυμεί ούτε ο ίδιος να τις βγάλει από τη ψυχή του, παρά τα όσα καταρρέουν εμπρός του.
Και ενώ η γιορτή του Πάσχα που κάθε χρόνο φέρνει όλο και πιο κοντά την ταραγμένη κοινωνία, φέτος συνέπεσαν οι Ευρωεκλογές, και με τον ξεσηκωμό των κυβερνητικών και πολιτικών προσώπων ώστε να διεκδικήσουν ψήφους, ξεσηκώθηκε και το πλήθος. Πως ξεσηκώθηκε όμως το πλήθος; Συγχυσμένο, μπερδεμένο. Κάποιοι διατήρησαν τη πίστη τους στα λόγια και το βλέμμα των κυβερνώντων, άλλοι έμειναν σιωπηλοί και αμέτοχοι, ενώ άλλοι δεν παρέλειψαν, άλλα έσπευσαν να δηλώσουν το θυμό τους, δυνατά και με επιχειρήματα, ώστε να ακουστεί η φωνή τους. Μα ποιος τους ακούει;
Συναντάμε το τελευταίο διάστημα τακτικά προκλητικότητες από πολλά μέτωπα, τόσο μέσα από τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό, όσο και από τους «αφυπνισμένους» γείτονες που νομίζουν πως μπορούν κάτι να καταφέρουν. Παρατηρούμε βουλευτές να βωμολοχούν και να ασκούν βία μεταξύ τους, υπουργούς και υφυπουργούς να προκαλούν τις αντιδράσεις της κοινωνίας με τις δηλώσεις τους, κολακείες και υποσχέσεις που μπορούν ψευδώς να καθησυχάσουν, κόντρες, την επίδειξη του καλύτερου, και οι πολιτικοί γείτονες σαν να βρήκανε αφορμή, και ρίχνουν το δικό τους λάδι στη φωτιά, από τη μια η Πρόεδρος των Σκοπίων με τις δηλώσεις της, από την άλλη η επίσκεψη του Πρωθυπουργού της Αλβανίας στην Ελλάδα, οι επιδεικτικές πράξεις «δύναμης» του Τούρκου Πρωθυπουργού για να θολώσει την κρίση της ελληνικής πλευράς.
Συνεχώς βιώνουμε ένα πόλεμο. Γεωπολιτικό, κυβερνητικό, ψυχρό. Μπορεί να μην έχουμε σηκώσει τα όπλα όπως στη Μέση Ανατολή, αλλά μονομαχούμε με το λόγο και τη στάση μας. Και μέσα σε όλα ο λαός προσπαθεί να ορθοποδήσει. Με τι ψυχή και σθένος; Που να σταθεί, και ποια ελπίδα να αποδώσει; Σε ποιον; Ποιος είναι αυτός που θα δώσει τέλος στον πόνο του πολίτη; Και ίσως το συμπέρασμα να είναι, πως ο ίδιος καταλήγει μόνος του. Μόνος του να τα βγάλει πέρα, μόνος του να αποφασίσει και να επιλέξει. Αλλά στο τέλος όλοι ξέρουν, ο ίδιος ξέρει, πως δεν επιλέγει ο ίδιος για τον εαυτό του, άλλοι επιλέγουν για εκείνον.